Μια απίθανη ιστορία |
Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012 Αφήνουμε τη φαντασία μας ελεύθερη και φτιάχνουμε μια απίθανη ιστορία με τις λέξεις: αστροναύτης, επιβάτης, βιβλιοπώλης, ράφτης, μαθητής, γκιόνης, Φλεβάρης, φούρναρης, τραγουδιστής.
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας γκιόνης. Κάποια στιγμή πέταξε προς το φούρναρη. Ο φούρναρης κρύφτηκε. Ο γκιόνης άρπαξε το ψωμί κι έφυγε. Στο διάστημα ένας αστροναύτης είδε τον γκιόνη. Ο αστροναύτης πήρε τον γκιόνη στον πύραυλο. Έτσι, ο αστροναύτης είχε τα πάντα: επιβάτη, βιβλιοπώλη, ράφτη, μανάβη, μαθητή και τραγουδιστή. Ανδρέας Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο γκιόνης. Μαζί με την κουκουβάγια πήγανε μια βόλτα στο δάσος. Εκεί βρήκαν έναν ράφτη, Ο ράφτης τους πέταξε και των δυο την μπλούζα τους. Αφού πήγανε στα σκουπίδια λέει η κουκουβάγια: "Βρομάει εδώ που μας έφερε ο ράφτης". Μετά ήρθαν πάλι στο ράφτη και η κουκουβάγια τον πλάκωσε. Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Μάριος Μια φορά κι έναν καιρό ένας αστροναύτης πήγε να ταξιδέψει στον Άρη. Μπήκε στον πύραυλο κι όταν έφτασε, άρχιζε να κρυώνει. Περπάταγε κρυώνοντας . Ξαφνικά είδε κάποιους κρυστάλλους. Πήγε στον πύραυλο, πήρε το βάζο και έβαλε τον κρύσταλλο μέσα στο βάζο. Γύρισε πίσω στον πύραυλο και επέστρεψε στη Γη. Παναγιώτης, Χρήστος
Ο μαθητής Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας μαθητής που είχε τελειώσει το σχολείο. Μια μέρα είχε δει τον μπαμπά του να φτιάχνει έναν πύραυλο για να πάει στο φεγγάρι. Ο γιος του πήγε στο βιβλιοπώλη ν' αγοράσει ένα βιβλίο για το φεγγάρι. Όσο διάβαζε πείνασε λίγο. Πήγε να πάρει κάτι από το φούρναρη για να φάει. Έφτασε ο Φλεβάρης και ο μπαμπάς του ακόμα δούλευε τον πύραυλό του. Το βράδυ που πήγε για ύπνο άκουσε κάτι απ' έξω και πήγε να δει. Τότε άρχισε να ακούει κάτι και είδε ένα γκιόνη να τραγουδάει. Όπως το θαύμαζε του όρμησε ένα σκυλί. Το έδιωξε, αλλά του είχε σκίσει το παντελόνι. Έτσι, πήγε στο ράφτη για να του το ράψει. Την άλλη μέρα που γύρισε στο σπίτι, είδε τον μπαμπά του να είχε ντυθεί αστροναύτης. Όταν έφυγε ο μπαμπάς του, αυτός και η μαμά του πήγαν στο μανάβη για να αγοράσουν φρούτα. Τότε είδαν ένα τραγουδιστή που ήταν επιβάτης. Έτσι, η μαμά και ο γιος πήγαν στο σπίτι και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Θανάσης Κ.
Ο αστροναύτης Μια μέρα ο αστροναύτης πήρε τον πύραυλό του για να πάει στη γη. Όταν έφτασε, ήταν Φλεβάρης. Το πρωί πήγε στο φούρναρη για να πάρει ψωμί, Εκεί γύρω είδε ένα βιβλιοπωλείο. Ήθελε να πάρει ένα βιβλίο. Καθώς προχωρούσε, πετάχτηκε ένας γκιόνης κάποιου μαθητή. Ο αστροναύτης φώναξε δυνατά: "Α, βοήθεια ο γκιόνης". Ο μαθητής τον άρπαξε. Παραλίγο να δαγκώσει την μπλούζα. Ο αστροναύτης πήγε στο ράφτη να δει μήπως του έκαψε τη στολή. Την επόμενη μέρα πήγε στη λαϊκή σ' έναν μανάβη. Εκείνο το βράδυ πήγε σ' ένα μπαράκι που είχε έναν τραγουδιστή. Όταν έφυγε, είδε ένα πλοίο με επιβάτες. Μετά γύρισε στον πύραυλό του για να πάει στο φεγγάρι. Όταν έφτασε είδε όλους τους φίλου της. Κι έζησαν αυτοί καλά και μες καλύτερα. Σπύρος, Φίλιππος
Εγώ μία μέρα είχα πάει σ' ένα καράβι στη βάφτισή μου τη νύχτα. Το επόμενο πρωί είδα έναν επιβάτη. Ήταν μεγάλος και δυνατός. Μετά κατεβήκαμε, μπήκαμε σε έναν πύραυλο και είδα έναν αστροναύτη. Μετά για να μας φιλοξενήσουν μας μια τραγουδίστρια. Η μαμά μου τη ρώτησε αν ήταν καλή μαθήτρια και εκείνη είπε "ναι". Όταν κατεβήκαμε, πήγαμε στο βιβλιοπωλείο για να πάρει η μαμά ένα βιβλίο. Εγώ βγήκα έξω και είδα ένα πουλί: τον γκιόνη. Μετά άκουσα έναν ήχο: ήταν το παντελόνι του μπαμπά που είχε σκιστεί. Έτσι το πήγαμε σε έναν ράφτη για να του το ράψει. Ραφαηλία
Ο ράφτης που έγινε επιβάτης Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ράφτης ο οποίος έραβε πάρα πολύ ωραία φορέματα. Μια μέρα ο ράφτης είχε πάει στον μανάβη. Είχε πάρει διάφορα λαχανικά και φρούτα. Σε λίγες μέρες ήρθε και ο Φλεβάρης. Ο ράφτης είχε πάει στο σπίτι του. Το βράδυ είχε επισκεφτεί έναν τραγουδιστή. Όταν γύρισε, είχε στο σπίτι ένα παιδί που ήταν μαθητής στο σχολείο. Ο ράφτης είχε πάει στο βιβλιοπωλείο για να αγοράσει ένα τετράδιο. Είχε πάει στο φούρναρη για να αγοράσει ψωμί και κουλούρια. Την νύχτα είχε δει ένα γκιόνη. Τελικά, ο ράφτης έγινε επιβάτης σ' ένα τρένο. Πήγε σε έναν φίλο του. Ο φίλος του του πρότεινε να δουλέψουν μαζί και είπε: "εντάξει". Μετά άρχισαν από τώρα. Μαρκέλλα Ο γκιόνης Μια φορά κι έναν καιρό, σ' έναν κόσμο μακρινό ζούσε λέγανε ο γκιόνης. Φάντασμα όλοι τον φωνάζαν. Μπήκε πάλι κι ο Φλεβάρης, η εποχή του γκιόνη. Ένας γκιόνης στον Άρη κι ο αστροναύτης στην Σελήνη και λέει από μέσα του ο αστροναύτης: "Άραγε να ήρθε κιόλας ο Φλεβάρης;" Ο μανάβης ήταν στο μανάβικο κι ο γκιόνης ήταν κρυμμένος στα μανιτάρια. Πάει μια κυρά να τα πάρει, βλέπει τον γκιόνη και ουρλιάζει. Ένας ράφτης έραβε στολή στον τραγουδιστή, είδανε τον γκιόνη μέσα στις κλωστές και λιποθύμησαν. Ο βιβλιοπώλης πήγε στον φούρναρη να πάρει ένα ψωμί και τι να δει! Σχεδόν όλοι είχαν γίνει επιβάτες στο μετρό. Ένας μαθητής είχε έναν γκιόνη στο δωμάτιό του. Όταν μπήκε μέσα ο μπαμπάς του είδε τον γκιόνη και τρόμαξε. Το παιδάκι του είπε ότι ήταν φιλικός. Κι έτσι πουλιά και άνθρωποι ζούσαν ευτυχισμένοι και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα! Νεφέλη
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μαθήτρια που τα γενέθλιά της είναι τον Φλεβάρη. Ο μπαμπάς της είναι βιβλιοπώλης και η μαμά της είναι τραγουδίστρια. Μια μέρα πήγανε σ' ένα κατάστημα παιχνιδιών για να πάρουν τα πράγματα για το πάρτι της, δηλαδή πλαστικά ποτήρια, πιάτα, πιρούνια και κουτάλια. Μόλις τελείωσαν, πήγανε να πάρουν τα δώρα: στα κορίτσια μωρά-γκιόνης και στα αγόρια πήρανε κουκλάκια-αστροναύτες. Τελείωσαν τα ψώνια και μπήκαν στο μετρό σαν γνωστοί επιβάτες. Ύστερα πήγαν στο φούρνο, μετά στον ράφτη για ένα ωραίο φόρεμα και μετά στον μανάβη για φρούτα. Το πάρτι έφτασε και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Μαρία Τσ.
Τα όνειρα Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας μαθητής που είχε ένα μεγάλο όνειρο. Το όνειρό του ήταν να γίνει επιβάτης σε έναν πελώριο πύραυλο. Την επόμενη μέρα πήγε σε έναν ράφτη και γνώρισε έναν αστροναύτη που είχε πάει να του ράψει τη στολή του και του διηγήθηκε το όνειρό του. Τότε ο ράφτης τους άκουσε να λένε τα όνειρά τους και άρχισε να τους λέει κι αυτός το όνειρό του που ήταν ότι ήθελε να γίνει ένας τραγουδιστής. Φεύγοντας ο μαθητής από τον ράφτη πήγε γρήγορα-γρήγορα και αγόρασε ένα βιβλίο με πλανήτες για να δει πώς είναι το σύμπαν. Έκανε τα ψώνια του από τον μανάβη και τον φούρναρη που του είχε ζητήσει η μαμά του. Έξω έκανε πολύ κρύο: ήταν Φλεβάρης. Είχε νυχτώσει. Πάνω σε ένα δέντρο ακουγότανε ο γκιόνης. Τότε ο μαθητής γύρισε στο σπίτι του, ξάπλωσε στο κρεβάτι του και διάβασε το βιβλίο του. Αποκοιμήθηκε και με τη φαντασία του πήγε στην Σελήνη ! ! ! Δέσποινα
|