Αναστασία
Ραντίνα
Β.Α.Π.Ε.
Άννα
Τις ζωγραφιές τις δημιουργήσαμε ύστερα από την ανάγνωση τπυ μυθιστορήματος "Τα δάκρυα της Περσεφόνης" της Λίτσας Ψαραύτη. |
Φρουτοπία "Η ιπτάμενη σκάφη", του Ε. Τριβιζά: Συνέχιση της ιστοριας |
Δευτέρα 11 Απριλίου 2011
Ο Πίκος Απίκος μετά την απογείωση της αεροσκάφης, κάθισε αναπαυτικά και άρχισε να απολαμβάνει τη θέα από ψηλά. Πέρασε πάνω από πεδιάδες και λίμνες. Πετώντας όμως πάνω από τη θάλασσα, αισθάνθηκε ένα τράνταγμα. Πριν καλά καλά καταλάβει τι συνέβαινε, διαπίστωσε ότι η αεροσκάφη άρχισε να χάνει ύψος. Τρόμαξε πολύ και τα έβαλε με τον εαυτό του γιατί δέχτηκε να ταξιδέψει. Δεν ήξερε τι να κάνει... Έκλεισε τα μάτια του καθώς έπεφτε η αεροσκάφη και ευχόταν να σωθεί.
Ξαφνικά ένιωσε ένα δυνατό τράνταγμα όπου είχε βρεθεί πάνω στην πλάτη μιας φάλαινας. Εκείνη η φάλαινα τον έφαγε και δεν έφτασε ποτέ στη Φρουτοπία.
Ελένη |
Τα μαγικά μαξιλάρια: Ο ήρωας που συμπάθησα και αντιπάθησα |
Συμπάθησα τη Μυρτώ, διότι αν και είχαν τόσα πολλά προβλήματα, δεν σκεφτότανε αυτά, αλλά νοιαζότανε μόνο για το πώς θα μπορούσανε να ελευθερωθούν απ' τον Αρπατίλαο.
Αυτός που αντιπάθησα ήταν ο Αρπατίλαος, επειδή έκανε τη ζωή των κατοίκων της Ουρανούπολη από δύσκολη, δυσκολότερη.
Αναστασία, Ραντίνα
Συμπάθησα τον Αντώνη, γιατί ήταν μορφωμένος άνθρωπος και αντιπάθησα τον Βουλίμιο Βλήμα, διότι ήταν μεγάλο βλήμα.
Γιώργος
Συμπάθησα τον Αντλωνη, γιατί ανακάλυψε το μυστικό και χωρίς αυτό το μυστικό δεν θα γινόταν τίποτα. Αντιπάθησα τον Σαυρίλιο Βρισελιέ, γιατί επινόησε τα μαξιλάρια.
Χρήστος Τσ.
Ο ήρωας που συμπαθήσαμε ήταν ο Αντώνης, γιατί ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να λύσει το πρόβλημά τους. Ο ήρωας που αντιπαθήσαμε ήταν ο Αρπατίλαος (και η παρέα του), γιατί θέλανε μόνο κακό και δυστυχία για την Ουρανούπολη.
Βαλέρια, Έφη
Συμπαθήσαμε πιο πολύ τον Αντώνη και τη Μυρτώ, μιας και χωρίς αυτούς η Ουρανούπολη θα έμενε σκλαβωμένη. Αντιπαθώ τον Σαυρίλιο Βρισελιέ, γιατί αυτός δημιούργησε τα μαγικά μαξιλάρια, την καταχθόνια εφεύρεσή του.
Αρίσα, Παναγιώτα
Συμπαθώ τον Αντώνη, γιατί αυτός άκουσε τους φρουρούς και έφερε την ελπίδα. Αντιπαθώ τον Αρπατίλαο, γιατί αυτός έκανε όλα τα άσχημα με τους φρουρούς και τους μάγους του.
Άντι
Συμπαθώ τη Μυρτώ, γιατί έχει περίπου το ίδιο όνομα μ' εμένα και αντιπαθώ τον Αντώνη, γιατί συμπεριφέρεται σαν κορίτσι.
Μαρία, Ζπέντα
Συμπάθησα περισσότερο τον Αντώνη, γιατί βοήθησε τα παιδιά με το σχέδιό τους να διώξουν τον Αρπατίλαο από την Ουρανούπολη με τα αντιεφιελτικά μαξιλάρια. Περισσότερο αντιπάθησα τον Σαυρίλιο, γιατί έφτιαξε τα εφιαλτικά μαξιλάρια.
Άννα, Ελένη
Εγώ συμπάθησα τον Αρπατίλαο, γιατί του αρέσει να βγάζει νόμους και έχει ωραίες κορόνες. Αντιπαθώ τον Αντώνη, γιατί του αρέσει να βλέπει ένα λουλούδι.
Ντιάρ
Εγώ συμπάθησα τα παιδιά. Αγωνιζόντουσαν για την ελευθερία και γι' αυτό νικήσανε τον Αρπατίλαο. Δεν συμπάθησα τον Αρπατίλαο που έβγαζε μόνο νόμους, έκλεισε τα λούνα παρκ, έβαζε τους μεγάλους και τους μικρούς φυλακή.
Σίντη |
Δίνουμε τη δική μας λύση για τα εφιαλτικά μαξιλάρια |
Αν ήμασταν η Μυρτώ, θα κοιμόμασταν χωρίς μαξιλάρια και στη θέση τους θα βάζαμε ρούχα μας, έτσι ώστε να κοιμόμαστε χωρίς να βλέπουμε εφιάλτες.
Αρίσα, Παναγιώτα
Να βάλουμε καινούριες μαξιλαροθήκη, έτσι ώστε να σταματούσαν οι εφιάλτες.
Γιώργος, Χρήστος Τσ.
Θα πρέπει να φτιάξουμε μια μεγάλη λέσχη, για να πηγαίνουμε και να αμφισβητούμε τον βασιλιά και να μην υπακούμε στις εντολές του.
Έλιο, Χρήστος Π.
Λέω να πάμε να κοιμηθούμε στο μπάνιο και να ακούμε μουσική για να μας πιάνει ο ύπνος.
Σίντη
Λέω να πάρουμε ένα ραδιόφωνο με απαλή μουσική και έτσι θα κοιμηθούμε πιο ήσυχα.
Άντι
Αν ήμουν η Μυρτώ, θα πρότεινα να τυλίξουμε τα μαξιλάρια μας με μία κουβέρτα, ώστε να μην ακουμπάμε τα εφιαλτικά μαξιλάρια.
Έφη, Βαλέρια
Εμείς θα προτείναμε να βάζαμε ό,τι χαρούμενο βρίσκαμε και κάτι από τον εαυτό μας που θα βοηθούσε στα μαξιλάρια. Εάν δεν μπορούσαμε να το κάνουμε, θα μπαίναμε στο βασίλειο του Αρπατίλαου και θα του κλέβαμε τα μαξιλάρια.
Αναστασία, Ραντίνα |
Το δικό μου αγαπημένο ονειράκι |
Τα δικά μας αγαπημένα ονειράκια είναι να έχουμε ειρήνη στον κόσμο, να μη συμβεί κάτι τέτοιο σαν τον Αρπατίλαο εδώ και να έχουμε όλοι υγεία και χαρά.
Έφη, Αρίσα
Το δικό μου αγαπημένο όνειρο είναι η ζωή με ηρεμία, με πράσινο, με ειρήνη και δημοκρατία.
Βαλέρια, Παναγιώτα
Το αγαπημένο όνειρό μας είναι να γίνουμε οι άρχοντες των τεσσάρων στοιχείων:
Νερό, Γη, Φωτιά, Αέρας
Άντι, Γιώργος
Το δικό μας αγαπημένο ονειράκι είναι να μην υπάρχουν άλλα σχολεία και στη θέση τους να χτίσουμε Λούνα-παρκ. Το μάθημά μας στο Λούνα-παρκ θα ήταν να μη φοβόμαστε από τα μεγάλα ύψη, για να μην πει κι ο δάσκαλός μας ότι δεν κάνουμε μάθημα.
Αναστασία, Ραντίνα, Άννα |
Εγώ... ο τέταρτος σύμβουλος του Αρπατίλαου |
Εγώ, ο Γεωργίλαος Βρομερίξ, σας συμβουλεύω να φέρεστε με καλυτερο τρόπο στους άλλους.
Εγώ, ο Αντίλαος Αρπατίξ, σας συμβουλεύω να καταργήσετε όλους τους κανόνες και να γράψετε καινούριους. Αν σέβεστε το λαό και αυτός θα σας σέβεται.
Άντι, Γιώργος
Αν ήμουν ο τέταρτος σύμβουλος του Αρπατίλαου, θα προσπαθούσα να του εξηγήσω ότι ο κόσμος έχει και δική του γνώμη κι ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν σε τέτοιες συνθήκες. Επίσης, θα του έλεγα ότι πρέπει να γράψει νόμους οι οποίοι θα πρέπει να ευχαριστούν τους υπηκόους του, δεν θα έχουν γελοίους περιορισμούς και θα του έλεγα να οργανώσει μια γιορτή για να τα επιδιορθώσει όλα.
Έφη, Αρίσα
Ως σύμβουλος του Αρπατίλαου θα προσπαθούσα να του εξηγήσω τι σημαίνει αληθινή αγάπη προς τους συνανθρώπους του. Επίσης, θα προσπαθούσα να τον πείσω να αντικαταστήσει τους καταχθόνιους νόμους του με νόμους δίκαιους, χαρούμενους και συνηθισμένους.
Βαλέρια, Παναγιώτα
Θα τον συμβούλευα να τους αφήσει να κάνουν ένα λούνα παρκ και όλη τη μέρα πάρτι.
Τζόνι, Χρήστος Π.
Να κάνει νέους νόμους, πιο δίκαιους και πιο λίγους.
Σπύρος, Δημήτρης Τσ. |
Ένας σκύλος σωτήρας, του Τζακ Λόντον: Συνέχιση της ιστορίας |
Τρίτη 1 Μαρτίου 2011
[...] Μετά από λίγες μέρες, ο Μπακ ξανασηκώθηκε στα πόδια του. Καθώς προχωρούσαν είδαν στο λόφο την αγέλη από την οποία προερχόταν ο Μπακ. Στην αρχή δίστασε να φύγει, όμως το αφεντικό του είχε άλλη γνώμη. Με την καρδιά του πέτρα, ο Μπακ πήγε με την αγέλη του. Λίγους μήνες αργότερα ο Μπακ γύρισε στο αφεντικό του όμως όχι μόνος. Είχε μαζί του όλη την οικογένειά του. Ζήσαν όλοι μαζί, οι δυο οικογένειες και μεγάλωσαν μαζί για τα υπόλοιπα χρόνια.
Έφη
Ο Μπακ έζησε πολλές καλές και άσχημες στιγμές με το αφεντικό του, τον Θόρντον. Είδε πως οι άνθρωποι ενδιαφέρονται περισσότερο για το χρυσάφι και όχι για τους άλλους ανθρώπους. Στενοχωρήθηκε όταν είδε να χτυπάνε το αφεντικό του και πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφήσει το αφεντικό του και να επιστρέψει στην άγρια φύση.
Γιώργος
Ο Μπακ τραυματίστηκε γι' αυτό τον έστειλαν σ' ένα νησί για να δουν αν θα επιβιώσει. Πέρασαν τρία χρόνια και στο νησί είχαν μείνει μόνο ζώα. Μόλις ο Θόρντον πήγε στο νησί έψαχνε για τον Μπακ, αλλά τίποτα. Νομίζοντας ότι ο Μπακ είχε πεθάνει πήρε το δρόμο της επιστροφής. Όσο για τον Μπακ κανείς δεν ξέρει...
Δημήτρης Τσ.
Ο Μπακ γύρισε πίσω στην άγρια φύση αφήνοντας πίσω του όλες τις κακές αναμνήσεις και τις περιπέτειες που συνάντησε σ' αυτό το ταξίδι. Γύρισε πίσω γνωρίζοντας πως άνηκε στην άγρια φύση, επειδή εκεί θα ζούσε ελεύθερα και ήρεμα κοντά στην οικογένειά του και το σπίτι του.
Τζόνι
Οι περιπέτειες του Θόρντον και του Μπακ δεν τελείωσαν ποτέ. Είχαν πάει σε ένα πολύ πυκνό δάσος γιατί είχαν ακούσει για ένα ποτάμι που στις όχθες του είχε χρυσό. Ο Θόρντον διέταξε τον Μπακ να προχωρήσει μπροστά, για να ελέγξει αν υπήρχαν επικίνδυνα ζώα. Όμως μέσα στην πυκνή βλάστηση έχασε το δρόμο της επιστροφής. Οι προσπάθειες του Θόρντον για να βρει τον Μπακ δεν είχαν αποτέλεσμα. Ύστερα από μέρες ο Θόρντον αναγκάστηκε να φύγει και ο Μπακ έμεινε εκεί όπου πάντα ανήκε, στην άγρια φύση.
Ελένη
Ο Μπακ και ο Θόρτον ήταν πια σε θέση να ταξιδέψουν ώστε να φτάσουν στον προορισμό τους: να βρουν τον χαμένο θησαυρό!
Το επόμενο πρωί ξεκίνησαν το ταξίδι τους. Μετά από πολλή ταλαιπωρία έφτασαν επιτέλους στην πολική Αλάσκα. Το τοπίο ήταν κάτασπρο και παγωμένο! Δεν υπήρχε ψυχή τριγύρω για να συνεννοηθείς. Το κρύο γινόταν ολοένα και πιο τσουχτερό. Στον Μπακ όμως άρεσε πολύ αυτό! Μάλλον επειδή είχε το κατάλληλο τρίχωμα και δεν κρύωνε καθόλου. Μια κακοτυχία έκανε τα πράγματα πιο δύσκολα. Ο αέρας που φυσούσε έσκισε το χαρτί που κρατούσε ο Θόρτον. Τα πράγματα ήταν δύσκολα πια, γιατί δεν είχαν και πού να μείνουν.
Υπήρχε όμως ένα πλεονέκτημα, ο Μπακ με τη φοβερή του όσφρηση κατάφερε να φτάσουν σ' ένα μικρό καταυλισμό με ιγκλού. Εκεί πέρασαν τη νύχτα τους.
Ο Μπακ πρωί πρωί βγήκε να εξερευνήσει το τοπίο. Ξαφνικά άρχισε να σκάβει με μανία το χιόνι. Κάτι περίεργο συνέβαινε!
Ο Θόρτον που εντωμεταξύ είχε ανησυχήσει από την απουσία του Μπακ και τον έψαχνε, άκουσε κάτι έντονα γαβγίσματα, τρέχει και τι να δει! Τον Μπακ να σκάβει με μανία το χιόνι και με τα δόντια του να τραβάει το χερούλι από ένα σεντούκι μισοπεθαμένο. Αυτό που συνέβαινε ήταν απίστευτο!
Ακόμα και χωρίς χαρτί, το σεντούκι του θησαυρού είχε βρεθεί. Χάρη βέβαια στην εκπληκτική όσφρηση και εξυπνάδα του Μπακ.
Η χαρά ήταν απερίγραπτη. Τώρα έπρεπε σιγά να πάρουν το δρόμο του γυρισμού. Ο Μπακ όμως ένιωθε φοβερά ευτυχισμένος και ελεύθερος εκεί στην άγρια πολική φύση και ο Θόρτον το κατάλαβε αυτό γιατί αγαπούσε πολύ αυτό το σκυλί.
Έτσι, αν και ο αποχωρισμός θα ήταν πολύ δύσκολος, προτίμησε να δώσει στο ζώο αυτό που λάτρευε: την ευκαιρία να ζήσει ελεύθερο.
Βαλέρια
Επιτέλους σπίτι!
Ο Μπακ έσωσε τη ζωή του Τζον και τότε είπαν πως δεν θα ξανατσακωνόντουσαν ποτέ. Ένας φίλος του Μπακ του είπε: "Ποτέ μη λες ποτέ, πού ξέρεις μπορεί να τσακωθείτε κάποια στιγμή" και ο Μπακ του είπε "Εγώ και ο Τζον δεν θα τσακωθούμε ποτέ μα ποτέ!".
Μετά από κάποιους μήνες ο Τζον είδε ένα μικρό γατάκι τραυματισμένο, το λυπήθηκε και το πήρε σπίτι του. Όμως ο Μπακ όπως και τα άλλα σκυλιά δεν συμπαθούν τις γάτες και βρέθηκε σε μπελάδες. Τσακωνόταν με τη γάτα η οποία ήταν πολύ κακιά. Όμως όταν έρχονταν ο Τζον, έκανε την καλή και τότε ο Τζον φώναζε στον Μπακ. Αυτό συνεχιζόταν για πολλές ημέρες μέχρι που ο Μπακ θύμωσε, πήρε το τασάκι του φαγητού του και έφυγε. Δεν ήξερε πού να πάει και πήγε στους φίλους του. Όλοι είπαν ότι είναι τυχερός, αλλά αυτός δεν το νόμιζε αυτό. Τότε φύγανε στην άγρια φύση. Έμειναν ένα χρόνο, μέχρι που πήγε ο Τζον και τον παρακάλεσε να γυρίσει γιατί του έλλειπε. Εκείνος δέχτηκε με έναν όρο: να διώξει τη γάτα. Αυτός την είχε διώξει γιατί τον κορόιδευε.
Μόλις πήγαν σπίτι του ετοίμασε φαγητό και του ζήτησε συγγνώμη για την αναισθησία του.
Αρίσα
Μετά από αυτό το γεγονός συνέβησαν κι άλλα πολλά όπου ο Θόρντον έσωζε τον Μπακ ή και το αντίθετο. Όμως κάποτε χώρισαν. Κι όλα αυτά συνέβησαν από ένα αναπάντεχο γεγονός...
Όλα ξεκίνησαν από ένα μακρινό ταξίδι στην μακρινή Αλάσκα, όταν ο Θόρντον και ο Χανς την εξερευνούσαν.
Ξάφνου ο Μπακ αντίκρισε από μακριά τρεις σκιές που όσο πλησίαζαν όλο και καλύτερα φαίνονταν. Κι όμως, σιγά-σιγά κατάφερε να διακρίνει τη μητέρα του και τα αδέρφια του. Ο Θόρντον και ο Χανς συνέχισαν την πεζοπορία. Όμως ο Μπακ δεν κουνιόταν. Κάθονταν ακίνητος. Ένιωθε... σαν παιδί που ξαναβρίσκει τη χαμένη αλλά και τόσο αγαπημένη οικογένειά του. Ο Θόρντον τον άφησε να επιλέξει.
Το ένστικτό του τον οδήγησε και δίχως να νιώθει τύψεις για τον εαυτό του πήγε στην οικογένειά του, εκεί όπου ανήκε. Και το 'κανε γιατί ήξερε... ήξερε ότι παρόλο τον πόνο που θα νιώσει ο Θόρντον θα τον καταλάβει. Όπου και να βρίσκεται θα τον αγαπάει. Γιατί τον ήξερε... τον ήξερε καλά.
Παναγιώτα |
Η Σταχτοπούτα στο διάστημα |
Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011
Ο πρίγκηπας εξωγήινος ρωτάει την Σταχτοπούτα πώς τη λένε, αλλά αυτή δεν του έλεγε. Τότε χτύπησε το φοβερό ρολόι: η κουκουβάγια. Η Σταχτοπούτα άρχισε να τρέχει. Έφυγε από το φανταστικό παλάτι. Όμως όταν έτρεχε, από τα σκαλιά της έφυγε το φόρεμα. Η καημένη η Σταχτοπούτα έμεινε με τα εσώρουχα, αλλά συνέχιζε να τρέχει κι έφυγε την κολοκύθα της. Πήγε στο σπίτι της πριν γυρίσουν η μητέρα της με τις αδερφές της.
Μετά από τριάντα ώρες ήρθαν οι αδερφές της. Αυτές ήτανε τρελές: Η Μαρία και η τρελοκοτσιδού. Η μαμά τους είχε χαθεί κάπου στο διαστημικό δάσος. Μετά από μερικές ημέρες ο πρίγκηπας αποφάσισε να φύγει από το παλάτι για να ψάξει την κοπέλα που της βγήκε το φόρεμά της.
Πήγε σε μερικά σπίτια αλλά δεν βρήκε ποιανού είναι το φόρεμα. Στο τέλος βρήκε μια χρονομηχανή και έπρεπε να κάνει μια ευχή για να πάει εκεί που θέλει αυτός ο εξωγήινος. Ο πρίγκηπας είπε: "Θέλω να πάω στο κορίτσι που είχε το φόρεμα". Τελικά αυτός πήγε στο σπιτάκι και πήγε να χτυπήσει το κουδούνι. Βγήκε έξω μια όμορφη κοπέλα και τρόμαξε λιγάκι. Τα άλλα δύο κορίτσια άκουσαν μια γλυκιά φωνή, κατέβηκαν από το δωμάτιό τους κι άρχισαν να τσιρίζουν που είδαν τον εξωγήινο πρίγκηπα.
Αυτός τότε ρώτησε ποιανού είναι αυτό το φόρεμα. Αυτή η Μαρία φώναξε ότι είναι δικό της αλλά κι άλλη η τρελοκοτσιδού φώναξε το ίδιο. Επειδή δεν τους άντεχε πώς φώναζαν είπε να τα φορέσουν. Άρχισε η πρώτη: το φόρεσε η Μαρία αλλά δεν μπορούσε να το κουμπώσει. Το φόρεσε και η δεύτερη κοπέλα, η Τρελοκοτσιδού. Σε αυτήν της ήταν μεγάλο. Και το φόρεσε η τρίτη κοπέλα η Σταχτοπούτα. Όταν το φόρεσε, της έκανε και τότε οι αδερφές τρόμαξαν. Ο πρίγκηπας ρώτησε την όμορφη Σταχτοπούτα άμα θέλει αν τον παντρευτεί. Αυτή με χαρά είπε: "Ναί, βεβαίως".
Κι οι δυο τους φύγανε με τη λιμουζίνα, πήγανε στην πόλη για να αγοράσουν νυφικό. Αγόρασαν το νυφικό και πήγανε να αγοράσουν μερικά πράγματα για το γάμο. Παντρεύτηκαν, ζήσανε αυτοί καλά με τα πέντε ζωηρά παιδιά: Η Χριστίνα, η Ζπέντα, ο Ντιάρ, ο Δημήτρης και η Σαβίνα.
Ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα
Σαβίνα |
|
|